Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τύχῃ ἀγαθῇ

См. также в других словарях:

  • Αγάθη — I (3ος αι. μ.Χ.).Χριστιανή μάρτυς που καταγόταν από τη Σικελία και μαρτύρησε στην Κατάνη (Σικελία). Οι πληροφορίες που έχουμε για τη ζωή της, είναι ελάχιστες. Κατά την παράδοση, η Α. ήταν μια όμορφη νέα από αρχοντική οικογένεια. Επειδή αρνήθηκε… …   Dictionary of Greek

  • τύχη — Αρχαία ελληνική θεά, μια από τις κόρες του Ωκεανού από την Τηθύ, κόρη του Δία, μητέρα των Ωρών και μία από τις Μοίρες. Είναι θεότητα που προστάτευε άτομα και πόλεις. Από το όνομά της προέρχεται η νεότερη λέξη τύχη. * * * η, ΝΜΑ, και δωρ. τ. τύχα …   Dictionary of Greek

  • Ἀγαθῇ τύχῃ. — См. В добрый час молвить …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • θυκαγαθάι — θυκἀγαθᾱι (Α) (σε επιγρ. Κρήτης) διαλ. κρητ. τ. τού τυχάγαθῇ, τύχη ἀγαθῇ …   Dictionary of Greek

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Agde — 43° 18′ 39″ N 3° 28′ 33″ E / 43.3108333333, 3.47583333333 …   Wikipédia en Français

  • Πειραιάς — Πόλη της Αττικής, το μεγαλύτερο λιμάνι της Ελλάδας, επίνειο των Αθηνών, από τα σημαντικότερα εμπορικά και βιομηχανικά κέντρα της χώρας και πρωτεύουσα της ομώνυμης νομαρχίας της περιφέρειας Αττικής. Ο δήμος Π. και οι δήμοι Αγίου Ιωάννη Ρέντη,… …   Dictionary of Greek

  • Agathe Tyche — Antinoos als Agathodaimon. Kopflose Marmorstatue vervollständigt mit einem Antinooskopf, 130 138 n. Chr. Altes Museum, Berlin Agathos Daimon (griechisch Ἀαγαθὸς Δαίμων „guter Geis …   Deutsch Wikipedia

  • Agathos Daimon — Antinoos als Agathodaimon. Kopflose Marmorstatue vervollständigt mit einem Antinooskopf, 130 138 n. Chr. Altes Museum, Berlin Agathos Daimon (auch Agathodaimon; griechisch: Ἀαγαθὸς Δαίμων, Ἀγαθοδαίμων, „guter Geist“) bezeichnet in der… …   Deutsch Wikipedia

  • в добрый час молвить(в худой помолчать) — В добрый час будь сказано! В добрый час Архангельский! (пожелание счастья.) Ср. В добрый час, в Благовещенский. Прибавляется (по поверью), чтоб отвратить неудачу, не сглазить. Ср. Прощай, зятек. В святой бы час, в Архангельский. Островский.… …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона

  • В добрый час молвить(в худой помолчать) — Въ добрый часъ молвить (въ худой помолчать). Въ добрый часъ будь сказано! Въ добрый часъ Архангельскій! (пожеланье счастья.) Ср. Въ добрый часъ, въ Благовѣщенскій. Поясн. Прибавляется (по повѣрью), чтобъ отвратить неудачу, не сглазить. Ср. Прощай …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»